Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αρύομαι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αρύομαι
<
αρχαία ελληνική
ἀρύομαι
,
παθητική φωνή
του ρήματος
ἀρύω
Ρήμα
επεξεργασία
αρύομαι
αντλώ
,
αποκτώ
κάτι από κάποιον ή από μια
κατάσταση
Συγγενικά
επεξεργασία
αρύταινα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αρύομαι