Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αρχίδια καλαβρέζικα < → δείτε τις λέξεις αρχίδια και καλαβρέζικα

  Έκφραση επεξεργασία

αρχίδια καλαβρέζικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό, άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία