Ετυμολογία

επεξεργασία

αραθυμώ

  1. είμαι ράθυμος
  2. λαχταρώ, ποθώ
  3. εξάπτομαι εύκολα

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία