Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

απωανατολικά < απωανατολικός

  Επίρρημα επεξεργασία

απωανατολικά

  • με κατεύθυνση στην Άπω Ανατολή

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

απωανατολικά