αποστελλόμενων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίααποστελλόμενων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αποστελλόμενος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αποστελλόμενος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αποστελλόμενος