• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αποκοτώ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : ἀποκοτῶ, αποκτώ

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
    • 1.3 Αναφορές

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αποκοτώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀποκοτῶ < ἀπόκοτος[1] → δείτε και τη λέξη αποκοτάω

  ΡήμαΕπεξεργασία

αποκοτώ

  • άλλη μορφή του αποκοτάω

  ΑναφορέςΕπεξεργασία

  1. ↑ αποκοτώ -  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. 
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αποκοτώ&oldid=5008346"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Μαρτίου 2021, στις 06:30
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Μαρτίου 2021, στις 06:30.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie