αποκοιμιστικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίααποκοιμιστικά < αποκοιμιστικός + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίααποκοιμιστικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία αποκοιμιστικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααποκοιμιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αποκοιμιστικό