απέχω παρασάγγας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- απέχω παρασάγγας < → δείτε τη λέξη απέχω & αρχαία ελληνική παρασάγγης στην αιτιατική
Έκφραση επεξεργασία
απέχω παρασάγγας
- απέχω πάρα πολύ, βρίσκομαι πολύ μακριά, διαφέρω εντελώς
- ↪ η σημερινή δήλωση του Πρωθυπουργού απέχει παρασάγγας απ' τις προεκλογικές εξαγγελίες.