ανθόσκεπων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ανθόσκεπων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ανθόσκεπος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ανθόσκεπος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ανθόσκεπος
ανθόσκεπων