ανθυγιεινά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαανθυγιεινά < ανθυγιεινός + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίαανθυγιεινά
- με ανθυγιεινό τρόπο
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανθυγιεινά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαανθυγιεινά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ανθυγιεινό