ανδρωμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
ανδρωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ανδρωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ανδρωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ανδρωμένος
ανδρωμένων