αναδιοργανωτικό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
αναδιοργανωτικό
- αιτιατική ενικού του αναδιοργανωτικός
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του αναδιοργανωτικός