Ετυμολογία

επεξεργασία
αμπτέστι < (άμεσο δάνειο) τουρκική abdest < περσική آبدست (âbdast) < آب (âb, νερό) + دست (dast, χέρι)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αμπτέστι ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία