αλεξίπυρων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αλεξίπυρων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αλεξίπυρος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αλεξίπυρος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αλεξίπυρος
αλεξίπυρων