Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακόμη και < ακόμη και

  Έκφραση επεξεργασία

ακόμη και

  1. έκφραση που εντείνει κάποια έννοια, συχνά απροσδόκητη
    Ακόμα κι εσύ Βρούτε;
    Τον απέφευγαν όλοι, ακόμη και τα παιδιά του


Συνώνυμα επεξεργασία

  • ως και
  • ούτε και
  • το ίδιο το παιδί του, ο σκύλος του, κάποιος οικείος

  Μεταφράσεις επεξεργασία