→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αιτούσα < αρχαία ελληνική αἰτοῦσα < αἰτῶ

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αιτούσα θηλυκό (αρσενικό: αιτών)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία