Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αιτούσα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
→ λείπει η κλίση
Ετυμολογία
επεξεργασία
αιτούσα
<
αρχαία ελληνική
αἰτοῦσα
<
αἰτῶ
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αιτούσα
θηλυκό
(
αρσενικό
:
αιτών
)
αυτή που
αιτείται
, που
ζητάει
κάτι, που υποβάλλει και υπογράφει την γραπτή
αίτηση
Συγγενικά
επεξεργασία
αίτημα
αίτηση
αιτούμαι
αιτών
-
αιτούσα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αιτούσα
αγγλικά
:
applicant
(en)
γαλλικά
:
demandeuse
(fr)