αινιγματικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αινιγματικά < αινιγματικός
Επίρρημα
επεξεργασίααινιγματικά
- με αινιγματικό τρόπο
Μεταφράσεις
επεξεργασία αινιγματικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααινιγματικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αινιγματικό