Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αθλητιατρική < αθλητής + ιατρική

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αθλητιατρική θηλυκό

  • ο κλάδος της ιατρικής που ασχολείται με τα προβλήματα υγείας των αθλητών, π.χ. τους τραυματισμούς, τις κακώσεις λόγω έντονης άσκησης κ.λπ.

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

αθλητιατρική

Ομώνυμα / Ομόηχα επεξεργασία