αδαμαντοστόλιστων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααδαμαντοστόλιστων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αδαμαντοστόλιστος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αδαμαντοστόλιστος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αδαμαντοστόλιστος