Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

άρση βαρών < → δείτε τη λέξη  άρση και βάρος
 
αθλητής της άρσης βαρών

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

άρση βαρών θηλυκό

  • (αθλητισμός) άθλημα στο οποίο ο αθλητής πρέπει να σηκώσει πάνω από το κεφάλι του και να κρατήσει σταθερά μια μπάρα με προσαρτημένα βάρη στις δύο άκρες της

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία