άγραφος νόμος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
άγραφος νόμος
- (νομικός όρος) κανόνας, ή σύνολο κανόνων δικαίου, που διαμορφώθηκε μετά από αδιάκοπη, μακροχρόνια και ομοιόμορφη εφαρμογή και επιβλήθηκε κατ' αποδοχή από ένα λαό ή μέρους κοινωνίας, ή επαγγελματικού χώρου, με την συνείδηση της δέσμευσης, χωρίς να τίθεται υποχρεωτικά από την Πολιτεία
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
άγραφος νόμος
|