Χατσατουρίδη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Χατσατουρίδη < γενική ενικού του αρσενικού Χατσατουρίδης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧατσατουρίδη θηλυκό άκλιτο
- (εξαιρετικά σπάνιο) γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Χατσατουρίδης
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΧατσατουρίδη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Χατσατουρίδης
- λόγια μορφή γενικής: (του) Χατσατουρίδου