Δείτε επίσης: Φλώρος, φλώρος

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Φλῶρος < (άμεσο δάνειο) λατινική Florus

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Φλῶρος, -ου αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

  • ανδρικό όνομα
    ※  1ος/2ος κε αιώνας Πλούταρχος, Ἠθικά , Συμποσιακῶν προβλημάτων βιβλία, 7.4.1, 702e, @scaife.perseus
    γελάσας δʼ ὁ Φλῶρος οὐκοῦν εἶπεν ἐπεὶ τοῦτο τὸ πρόβλημα λέλυται, σκεψώμεθα τὸν λόγον, τοὺς παλαιοὺς εἰκός ἐστι καὶ περὶ τοὺς λύχνους καὶ περὶ τὰς τραπέζας οὕτως εὐλαβεῖς γεγονέναι.

Συγγενικά

επεξεργασία