Φαϊππέα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Φαϊππέα < γενική ενικού του αρσενικού Φαϊππέας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦαϊππέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΦαϊππέα αρσενικό
Φαϊππέα θηλυκό άκλιτο
Φαϊππέα αρσενικό