Τσέλιε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τσέλιε < σλοβενική Celje• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈt͡se.li.e/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσέ‐λι‐ε
Μεταγραφή
επεξεργασίαΤσέλιε ουδέτερο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Τσέλιε στη Βικιπαίδεια