Τρεμουλιάρη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τρεμουλιάρη < γενική ενικού του αρσενικού Τρεμουλιάρης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τρεμουλιάρη θηλυκό
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Τρεμουλιάρη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Τρεμουλιάρης