Παπαδοπούλλου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Παπαδοπούλλου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Παπαδόπουλλος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠαπαδοπούλλου θηλυκό, άκλιτο
- (ιδιωματικό, Πόντος, Κύπρος, και αλλού) γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Παπαδόπουλλος, ιδιωματική μορφή του Παπαδοπούλου
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΠαπαδοπούλλου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Παπαδόπουλλος
- άλλη μορφή: Παπαδόπουλλου