Οζπρόδομος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Οζπρόδομος < (άμεσο δάνειο) τουρκική Özprodomos[1] < ? • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΟζπρόδομος αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- (σπάνιο) επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) ελλήνων της Τουρκίας (ιδίως από την Κωνσταντινούπολη και την Ίμβρο)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαως ελληνικό επώνυμο:
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ δείτε τη Συζήτηση:Οζπρόδομος