Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΟΑΣΠ < Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού (και) Προστασίας

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /oˈasp/

  Συντομομορφή επεξεργασία

Ο.Α.Σ.Π. αρσενικό ακρωνύμιο