Νάνσυ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Νάνσυ < (άμεσο δάνειο) αγγλική Nancy με μη απλοποιημένη μεταγραφή του λατινικού ⟨y⟩ > σε ύψιλον ⟨υ⟩ → δείτε και τη λέξη Agnes
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈnan.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Νάν‐συ
- τονικό παρώνυμο: Νανσί