Μυρρινούς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Μυρρινούς < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Μυρρινοῦς
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /mi.ɾiˈnus/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μυρ‐ρι‐νούς
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Μυρρινούς αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία-
Μυρρινούς στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Μυρρινούς