Μπόχουμ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈbo.xum/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπό‐χουμ
Μεταγραφή
επεξεργασίαΜπόχουμ ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Μπόχουμ στη Βικιπαίδεια
Μπόχουμ ουδέτερο άκλιτο