Μπούντβα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbud.va/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπούντ‐βα
Μεταγραφή επεξεργασία
Μπούντβα θηλυκό
- πόλη του Μαυροβουνίου
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Βουθόη (αρχαία ελληνικά)
- Μπούντβα στη Βικιπαίδεια