Μπατήδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /baˈti.ðes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπα‐τή‐δες
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΜπατήδες αρσενικό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του Μπατής
Δείτε επίσης : Μπάτηδες, μπάτηδες |
Μπατήδες αρσενικό