Μπίτομ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbi.tom/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπί‐τομ
Μεταγραφή επεξεργασία
Μπίτομ ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Μπίτομ στη Βικιπαίδεια
Μπίτομ ουδέτερο άκλιτο