Μονπελιέ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μονπελιέ < (άμεσο δάνειο) γαλλική Montpellier
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μονπελιέ ουδέτερο άκλιτο
Άλλες μορφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Μονπελιέ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μονπελιέ