Μανουσέα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μανουσέα < γενική ενικού του αρσενικού Μανουσέας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜανουσέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΜανουσέα αρσενικό
Μανουσέα θηλυκό άκλιτο
Μανουσέα αρσενικό