Κερκυασαριάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κερκυασαριάν < (μεταγραμματισμός) αγγλική Kerkyashiarian ή Kirkyacharian < αρμενική Կրկյաշարյան (Krkyašaryan, Κιρκιασσαριάν)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚερκυασαριάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο