Καέν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kaˈen/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐έν
Μεταγραφή επεξεργασία
Καέν θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Καέν στη Βικιπαίδεια
- Caen στη γαλλική Βικιπαίδεια
Καέν θηλυκό άκλιτο