Ζαραϊδώνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ζαραϊδώνη < γενική ενικού του αρσενικού Ζαραϊδώνης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖαραϊδώνη θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Ζαραϊδώνης
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΖαραϊδώνη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Ζαραϊδώνης