Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
panel panels

  Ουσιαστικό επεξεργασία

panel (en)

  1. ο πίνακας
  2. η κριτική επιτροπή, μια ομάδα ειδικών που δίνουν τις συμβουλές ή τη γνώμη τους για κάτι
    The panel regarded his work positively.
    Η κριτική επιτροπή αντιμετώπισε το έργο του θετικά.

Παράγωγα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία