brigadier-chef
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
brigadier-chef | brigadiers-chefs |
brigadier-chef (fr) αρσενικό
- (στρατιωτικός όρος) σε ορισμένα σώματα, βαθμός ισάξιος του λοχία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
brigadier-chef | brigadiers-chefs |
brigadier-chef (fr) αρσενικό