Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Δ.Ε.Α. < από τα αρχικά των λέξεων Δόκιμος Έφεδρος Aξιωματικός

  Συντομομορφή επεξεργασία

Δ.Ε.Α. αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο