Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γουνιδέλλη < γενική ενικού του αρσενικού Γουνιδέλλης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γουνιδέλλη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Γουνιδέλλη αρσενικό