Ετυμολογία

επεξεργασία
Βόσσαρις < Μπότσαρης, με «διόρθωση» [b] > [v] & [ts] > [ss], και αντικατάσταση της κατάληξης -ης με την αρχαιοπρεπή -ις

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βόσσαρις αρσενικό, γεν. τοῦ Βοσσάρεως