Βορρέα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Βορρέα < γενική ενικού του αρσενικού Βορρέας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βορρέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Βορρέα αρσενικό
Βορρέα θηλυκό άκλιτο
Βορρέα αρσενικό