Αποσκίτη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αποσκίτη < γενική ενικού του αρσενικού Αποσκίτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αποσκίτη θηλυκό άκλιτο
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Αποσκίτη αρσενικό