Αλατίνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Αλατίνη < γενική ενικού του αρσενικού Αλατίνης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑλατίνη θηλυκό
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΑλατίνη αρσενικό
Αλατίνη θηλυκό
Αλατίνη αρσενικό