Αζόφ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aˈzof/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐ζόφ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑζόφ ουδέτερο άκλιτο
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Αζόφ στη Βικιπαίδεια
Αζόφ ουδέτερο άκλιτο