Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αγκοπτζάν < μεταγραφή για την αρμενική Հակոբջան (Hakobǰan) < Հակոբ (Hakob, Χακόμπ) + ջան (ǰan, τζαν)[1]

  Μεταγραφή επεξεργασία

Αγκοπτζάν αρσενικό, άκλιτο

Συγγενικά επεξεργασία

→ δείτε και Ακομπιτζιάν

  Αναφορές επεξεργασία

  1. χαϊδευτικό-οικείο παράγωγο του Հակոբ (Hakob, Χακόμπ, Αγκόπ), με την προσθήκη της λέξης ջան (ǰan) στο τέλος του ονόματος, με τη σημασία αγαπητός, που έχει ως προσφώνηση.